Αρθρο του Νίκου Συρμαλένιου που δημοσιεύτηκε στην Εφημερίδα “ΚΟΙΝΗ ΓΝΩΜΗ” της Σύρου
στις 14/7/11
Τρεις Μύθοι και οι απαντήσεις.
Σε μια προσπάθεια τους να δικαιολογήσουν τα αδικαιολόγητα και να διασκεδάσουν τις εντυπώσεις, οι δύο βουλευτές Κυκλάδων του ΠΑΣΟΚ Ρήγας και Παπαμανώλης, έδωσαν συνεντεύξεις στην “ΚΟΙΝΗ ΓΝΩΜΗ” με τις οποίες επιδιώκουν για μια ακόμα φορά να περάσουν στους Κυκλαδίτες και στον ελληνικό λαό ότι ο επαχθής, για τη μεγάλη πλειοψηφία της κοινωνίας, δρόμος των μνημονίων και των μεσοπρόθεσμων, είναι μονόδρομος για τη “σωτηρία” της πατρίδας και την αποφυγή της χρεωκοπίας.
Τον τελευταίο καιρό έχει χυθεί πολύ μελάνι για το χρέος από έλληνες και ευρωπαίους οικονομολόγους και έχουν γραφτεί αναρίθμητα άρθρα στον ελληνικό και παγκόσμιο τύπο.
Δικαίως, διότι όπως έχουμε υποστηρίξει από την πρώτη στιγμή, η υπόθεση του χρέους, δεν αφορά μόνο την Ελλάδα, είναι πρόβλημα ευρωπαϊκό και παγκόσμιο και σ' αυτή τη βάση πρέπει να αντιμετωπιστεί (πείτε μου μια χώρα που δεν είναι χρεωμένη!).
Βεβαίως για να αντιμετωπιστεί, χρειάζεται να υπάρχει και μια κυβέρνηση η οποία μεταξύ των άλλων, πρέπει να διαθέτει σθένος, αποφασιστικότητα και οπωσδήποτε πολιτική βούληση που θα κινείται με βάση τα συμφέροντα της κοινωνίας και όχι των πιστωτών.
Η κυβέρνηση του μεταλλαγμένου πλέον ΠΑΣΟΚ- κατ' όνομα σοσιαλιστικού κινήματος- αποτελεί το πιο πειθήνιο όργανο εξυπηρέτησης των πιστωτών και του παγκοσμιοποιημένου κεφαλαίου, κάτι που δεν θα το υποπτευόταν ούτε και ο πιο σκληρός αντίπαλος του, πολύ δε περισσότερο, οι εκατοντάδες χιλιάδες αγνοί και καλοπραίρετοι ψηφοφόροι του, μικρό μέρος των οποίων, με τα πολλά χρόνια εξουσίας του, έγιναν προνομιούχοι (καθεστηκυία τάξη).
Μύθος πρώτος λοιπόν δεν θα μπορούμε να πληρώσουμε μισθούς και συντάξεις. Ισχυρίζονται λοιπόν οι βουλευτές του ΠΑΣΟΚ, ότι αν δεν εξακολουθούμε να δίνουμε γή και ύδωρ στους δανειστές μας (βλέπε τραπεζικό κεφάλαιο), δεν θα λειτουργήσει το δημόσιο, δεν θα πληρωθούν οι μισθοί και οι συντάξεις. Καταρχήν πρέπει να αισθάνονται τουλάχιστον ντροπή, γιατί παραπλάνησαν τον ελληνικό λαό και εκλέχτηκαν με άλλο πρόγραμμα, για να έλθουν σήμερα να εφαρμόζουν μέτρα και πολιτικές που κατεδαφίζουν μέσα σε ελάχιστο χρόνο, ότι κατακτήθηκε με αγώνες τις προηγούμενες δεκαετίες. Αντί λοιπόν να αισθάνονται υπόλογοι, ότι με την ψήφο τους και την υπογραφή τους, συνθλίβουν και πολτοποιούν τους συνταξιούχους, τους μισθωτούς δημόσιου και ιδιωτικού τομέα, τους μικρομεσαίους, οδηγούν στη φτώχεια, την ανέχεια και την ανεργία το μεγαλύτερο μέρος του ελληνικού λαού, ξεπουλάνε μισοτιμής το δημόσιο πλούτο της χώρας, στα ερείπια της οποίας σε λίγα χρόνια θα χορεύουν οι κάθε λογής διαπλεκόμενοι και μαφιόζοι του διεθνούς κεφαλαίου, αντ' αυτού έχουν το θράσος να υποστηρίζουν ότι “σώζουν” την πατρίδα.
Το ψέμμα όμως έχει κοντά ποδάρια. Ο Π. Ρήγας καταρχήν αυτοδιαψεύδει τον εαυτό του, διότι παραθέτοντας οικονομικά στοιχεία, μας λέει ότι, το μισθολογικό και συνταξιοδοτικό κόστος του δημοσίου ανέρχεται σε 21 δις σε ετήσια βάση, ενώ στη συνέχεια μας λέει ότι αυτό αποτελεί το 78% των δαπανών του τακτικού προϋπολογισμού που είναι 71 δις. Δηλαδή με απλή αριθμητική το 78% των 71 δις είναι 55,38 δις. Ας μας εξηγήσει ποιό από τα δύο νούμερα ισχύει το πρώτο (21 δις) ή το δεύτερο (55,3 δις); Δεύτερον, μας λέει ότι από τα 21 δις τα 2/3 (14 δις) πληρώνονται από δάνεια. Αλλά ας υποθέσουμε ότι το πραγματικό στοιχείο είναι το πρώτο (21 δις). Τα στοιχεία τα δικά μας, μας επιβεβαιώνουν ότι ο όγκος των δανείων δεν διατίθεται για την πληρωμή των μισθών και των συντάξεων όπως μας λέει ο κ. Ρήγας, αλλά για την αποπληρωμή των τόκων και των χρεολυσίων, δηλαδή των δανειστών μας. Διαψεύδουν οι δύο βουλευτές ότι τα καθαρά φορολογικά έσοδα υπερβαίνουν τα 50 δις, άρα υπερκαλύπτουν τις δαπάνες μισθών και συντάξεων;
Οσο δε για το ποσοστό του μισθολογικού και συνταξιοδοτικού κόστους σε σχέση με τις δαπάνες του τακτικού προϋπολογισμού που ο κ. Ρήγας υπολογίζει στο 78%, παραθέτουμε αμέσως τα επίσημα στοιχεία του ΟΟΣΑ για το 2008, εκτός και αν μας πούνε ότι άλλαξαν μέχρι σήμερα ριζικά τα πράγματα, που οπως όλοι γνωρίζουμε με τη μείωση των μισθών και των συντάξεων από το 2010 προφανώς το ποσοστό είναι ακόμα πιο μειωμένο:Τα στοιχεία αυτά μας λένε ότι, το μισθολογικό κόστος σε σχέση με τις δαπάνες αντιπροσωπεύει το 27% περίπου των δαπανών της χώρας και το 12% περίπου του ΑΕΠ.
Ενώ με βάση τα στοιχεία της Eurostat, αλλά και της ΕΛΛΣΤΑΤ, τα συνολικά έσοδα της Γενικής Κυβέρνησης (Κεντρική Δημ. Διοίκηση, ΟΤΑ, ΝΠΔΔ και Κοινωνική Ασφάλιση) ήταν, σε όλη τη διάρκεια της ενδεκαετίας 2000-2010, υψηλότερα από τις δαπάνες που απαιτήθηκαν για την πληρωμή μισθών των εργαζομένων στον δημόσιο τομέα και πάσης φύσεως συντάξεων. Κατά συνέπεια τα έσοδα αρκούσαν και αρκούν για τους μισθούς και τις συντάξεις. Για την εξυπηρέτηση του δημοσίου χρέους δεν αρκούν!
Πηγή: Eurostat για τα συνολικά έσοδα και τους τόκους, EΛΛΣΤΑΤ για μισθούς και συντάξεις
Αν δε, οι βουλευτές του ΠΑΣΟΚ ήθελαν να είναι στοιχειωδώς πειστικοί, θα έπρεπε να κάνουν τουλάχιστον την αυτοκριτική τους και να σκεφτούν πολύ απλοϊκά ότι δεν είναι δυνατόν αυτοί (τα δύο κόμματα ΠΑΣΟΚ και ΝΔ) που διαχειρίστηκαν τη διακυβέρνηση της χώρας 37 περίπου χρόνια, να εμφανίζονται τώρα, αποκαθαρμένοι από το παρελθόν, ως σωτήρες της και μάλιστα να καλούν τον κόσμο να υποστεί τις πιο επώδυνες θυσίες, με σκοπό στο τέλος να τον σώσουν....
Ας μας λοιπόν, ποιές είναι οι βασικές αιτίες διόγκωσης του δημόσιου χρέους στη χώρα μας. Οι δικές μας εκτιμήσεις και αναλύσεις λένε:
α) Η μείωση κατά την τελευταία δεκαετία των συντελεστών φορολόγησης των κερδών, από 40% σε 20%, που επέτεινε το άδικο φορολογικό σύστημα και οδήγησε σε υστέρηση των φορολογικών εσόδων κατά 100 δις ευρώ τη δεκαετία 1999 – 2009, περίπου όσο και ο δανεισμός από την «τρόικα».
β) Οι υψηλές στρατιωτικές δαπάνες που είναι πολύ ψηλότερες σε σχέση με τις άλλες χώρες της ευρωζώνης. Κατά την περίοδο 1989 -2009 αυτές οι δαπάνες ανήλθαν στα 67 δις ευρώ.
γ) Η απουσία κάθε συστήματος ελέγχου και αξιολόγησης των δημόσιων δαπανών, και η μετατροπή του δημοσίου σε χώρο εξυπηρέτησης των μεγάλων ιδιωτικών συμφερόντων. Ενδεικτικά παραδείγματα, οι δαπάνες για την Ολυμπιάδα, οι συχνές υπερτιμολογήσεις των κρατικών προμηθειών και των έργων, τα σκάνδαλα και οι σπατάλες.
δ) Η πολιτική της κυβέρνησης της ΝΔ, που κυρίως το 2009 παρόξυνε τη δημοσιονομική κατάσταση της χώρας.
ε) Η πολιτική του Μνημονίου, λόγω της ύφεσης και της ανόδου των επιτοκίων δανεισμού. Σύμφωνα με την τελευταία Έκθεση της Ε.Ε. (Φθινόπωρο 2010), το δημόσιο χρέος της Ελλάδας εκτιμάται ότι θα διαμορφωθεί στα 381 δις ευρώ το 2014 ή 155% του ΑΕΠ, ενώ οι τόκοι, από 5,3% του ΑΕΠ το 2009, θα υπερβούν το 8,1% το 2014.
Αν δε σκεφτούμε ότι όλο αυτό το διάστημα διέφυγαν στο εξωτερικό πολλά δις, όπως αναφέρει δημοσίευμα της γερμανικής οικονομικής εφημερίδας Handelsblatt, μόνο στην Ελβετία τα ελληνικά κεφάλαια υπολογίζονται στα 280 δισ. ευρώ. Αυτό σημαίνει ότι το ύψος των ελληνικών ιδιωτικών κεφαλαίων που βρίσκεται σε ελβετικές τράπεζες αντιστοιχεί στο 120% του ελληνικού ΑΕΠ.
Ενας δεύτερος μύθος που περνά στις συνεντεύξεις είναι, ο υπερμεγέθης δημόσιος τομέας.
Όμως μετά την απογραφή, για πρώτη φορά έχουμε ακριβή στοιχεία για τον αριθμό των δημοσίων υπαλλήλων στην Ελλάδα. Από την απογραφή των δημοσίων υπαλλήλων (εκτός ΔΕΚΟ) αποκαλύφθηκε ότι ο αριθμός τους είναι 768.009, περιλαμβάνοντας τους μόνιμους υπάλληλους, τους δικαστικούς και τους δημόσιους λειτουργούς (625.738), τους υπαλλήλους ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου (53.833), τους υπαλλήλους ιδιωτικού δικαίου ορισμένου χρόνου (44.811), τους συμβασιούχους έργου (14.345), τους αιρετούς (12.609) και άλλες κατηγορίες.
Αν συγκρίνουμε μάλιστα τα σχετικά διαθέσιμα στοιχεία με άλλες χώρες της Ε.Ε. διαπιστώνουμε τα εξής: η Ελλάδα βρίσκεται κάτω από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο, καταλαμβάνοντας τη 14η θέση επί συνόλου 17 ευρωπαϊκών κρατών.
Η Ελλάδα έχει το 1/3 των δημοσίων υπαλλήλων σε σύγκριση με τη Σουηδία (30%) και τη Δανία (29%) –τις χώρες που υποτίθεται ότι αποτελούσαν το προεκλογικό πρότυπο του πρωθυπουργού– και περίπου το 1/2 σε σύγκριση με τη Γαλλία (21,2%) και τη Μεγάλη Βρετανία (17,8%).
Η χώρα μας ξεπερνά μόνο την Ιρλανδία (11,0%), την Ολλανδία (10,7%) και τη Γερμανία (10,2%). Μάλιστα, η θέση της Ελλάδας στην κατάταξη αυτή παραμένει τις τελευταίες δεκαετίες σταθερή.
Κατά τα άλλα η εφαρμογή του Μνημονίου μείωσε δραματικά τις αποδοχές των εργαζόμενων στο δημόσιο καθώς και τον αριθμό τους με τον κανόνα 1:5. Έτσι, ενώ σήμερα έχουμε ένα Δημόσιο που δεν υπερβαίνει τους ευρωπαϊκούς μέρους όρους όσον αφορά το μέγεθος και τις μισθολογικές δαπάνες, έχει όμως πρόβλημα αποτελεσματικότητας στην επιτέλεση του κοινωνικού του ρόλου, με το Μεσοπρόθεσμο ολοκληρώνεται η πλήρης αποσύνθεση του Δημόσιου και η μετάβαση σε ένα Δημόσιο με τα 2/3 του σημερινού προσωπικού, υποστελεχωμένο, σαφώς υποαμειβόμενο – και η μόνη «ποιοτική» παρέμβαση της κυβέρνησης είναι η επέκταση του ωραρίου από 37,5 σε 40 ώρες, και αυτό ΟΧΙ για την καλύτερη εξυπηρέτηση του κοινού αλλά για την εξοικονόμηση θέσεων εργασίας (μέχρι και 45.000 μας διαβεβαίωνε ο κ. Ραγκούσης)
Ενας τρίτος μύθος είναι η αμφισβήτηση συνολικά της παραγωγικής ικανότητας και της εργατικότητας των ελλήνων εργαζομένων.
Οι Ελληνες είναι τεμπέληδες, δουλεύουν λίγο...,είναι μια παραπλανητική ιδέα που καλλιεργείται από ποικίλες πλευρές, της εργοδοσίας, των κυβερνώντων κ.α. Όμως και εδώ τα στοιχεία τους διαψεύδουν. Σύμφωνα με στοιχεία (του 2008) του ΟΟΣΑ (δημοσίευση 24/5/2011, Better Life Index), oι εργαζόμενοι στην Ελλάδα εργάζονται 2.119 ώρες ετησίως, πολύ περισσότερο από τον μέσο όρο των χωρών του ΟΟΣΑ που είναι 1.739 ώρες.
Αντίστροφα λόγω των αντεργατικών μέτρων, η ανταγωνιστικότητα της ελληνικής οικονομίας κατρακύλησε κατά δέκα ολόκληρες µονάδες στην κατάταξη της διεθνούς ανταγωνιστικότητας, σύµφωνα µε τα αποτελέσµατα της Παγκόσµιας Επετηρίδας Ανταγωνιστικότητας (World Competitiveness Yearbook– WCY) του International Institute for Management Development (IMD), που πραγµατοποιείται κάθε χρόνο µε τη συνεργασία του Συνδέσµου Βιοµηχανιών Βορείου Ελλάδος. Το 2011 η Ελλάδα έπεσε δέκα θέσεις στον τοµέα της «Οικονοµικής Αποδοτικότητας» (στην 58η, από την 48η το 2010) µεταξύ των 59 χωρών που µελετώνται από το διεθνές ινστιτούτο.
Κατά συνέπεια οι βουλευτές του ΠΑΣΟΚ ψηφίζοντας το Μεσοπρόθεσμο Πρόγραμμα και τον εφαρμοστικό νόμο, ψήφισαν μια πολιτική λιτότητας και εκποιήσεων διαρκείας, χωρίς όριο και τέλος. Και τούτο γιατί, ακόμη και αν το πρόγραμμα αυτό υλοποιηθεί με πλήρη «επιτυχία», το 2015 προβλέπεται ότι το χρέος θα είναι 140% - 160% του ΑΕΠ και οι τόκοι 21 έως 23,4 δισ. ευρώ, υπό τις ευνοϊκότερες συνθήκες.
Αυτό σημαίνει ότι και μετά το 2015, τόσο η λιτότητα όσο και οι εκποιήσεις θα εξακολουθούν να είναι “αναγκαίες” για να μπορούν να καταβάλλονται οι τόκοι και να μειωθεί το χρέος σε βιώσιμα επίπεδα.
Ο όρος «μεσοπρόθεσμο» λοιπόν είναι παραπλανητικός. Πρόκειται για μια πολιτική διαρκείας που αποτελεί συνέχεια του Μνημονίου, με την προσθήγκη των ιδιωτικοποιήσεων και του γενικού ξεπουλήματος του δημόσιου πλούτου της χώρας.. Οι συνέπειες γενικότερα δύσκολα μπορούν να προβλεφθούν. Εκείνο που είναι βέβαιο είναι οι πρωτοφανείς διαστάσεις που θα λάβει η ανεργία, ιδίως των νέων, η κατάρρευση των μισθών, καθώς και η τεράστια όξυνση των κοινωνικών προβλημάτων.
Άρα, το πρώτο επικίνδυνο σημείο είναι να πιστέψουμε ότι το χρέος μπορεί να αποπληρωθεί, γι’ αυτό και το ΔΝΤ όσο και η ΕΚΤ λένε ότι η Ελλάδα μπορεί να ιδιωτικοποιήσει περιουσιακά στοιχεία 300 δισ. και όχι 50! Στο θέμα αυτό πρέπει να υπάρξει απόλυτη αντίθεση, διότι οι ιδιωτικοποιήσεις θα επιδεινώσουν το πρόβλημα του χρέους, της ανεργίας, της φτώχειας και των ανισοτήτων. Ακόμη και αν το χρέος μειωθεί λογιστικά, το αποτέλεσμα θα είναι να έχεις απογυμνώσει το κράτος από περιουσιακά στοιχεία και από βασικούς πυλώνες αναπτυξιακής πολιτικής, διατηρώντας πάλι πολύ υψηλό χρέος.
Αυτό σημαίνει ότι και μετά το 2015, τόσο η λιτότητα όσο και οι εκποιήσεις θα εξακολουθούν να είναι “αναγκαίες” για να μπορούν να καταβάλλονται οι τόκοι και να μειωθεί το χρέος σε βιώσιμα επίπεδα.
Ο όρος «μεσοπρόθεσμο» λοιπόν είναι παραπλανητικός. Πρόκειται για μια πολιτική διαρκείας που αποτελεί συνέχεια του Μνημονίου, με την προσθήγκη των ιδιωτικοποιήσεων και του γενικού ξεπουλήματος του δημόσιου πλούτου της χώρας.. Οι συνέπειες γενικότερα δύσκολα μπορούν να προβλεφθούν. Εκείνο που είναι βέβαιο είναι οι πρωτοφανείς διαστάσεις που θα λάβει η ανεργία, ιδίως των νέων, η κατάρρευση των μισθών, καθώς και η τεράστια όξυνση των κοινωνικών προβλημάτων.
Άρα, το πρώτο επικίνδυνο σημείο είναι να πιστέψουμε ότι το χρέος μπορεί να αποπληρωθεί, γι’ αυτό και το ΔΝΤ όσο και η ΕΚΤ λένε ότι η Ελλάδα μπορεί να ιδιωτικοποιήσει περιουσιακά στοιχεία 300 δισ. και όχι 50! Στο θέμα αυτό πρέπει να υπάρξει απόλυτη αντίθεση, διότι οι ιδιωτικοποιήσεις θα επιδεινώσουν το πρόβλημα του χρέους, της ανεργίας, της φτώχειας και των ανισοτήτων. Ακόμη και αν το χρέος μειωθεί λογιστικά, το αποτέλεσμα θα είναι να έχεις απογυμνώσει το κράτος από περιουσιακά στοιχεία και από βασικούς πυλώνες αναπτυξιακής πολιτικής, διατηρώντας πάλι πολύ υψηλό χρέος.
Δεν είναι τυχαίο λοιπόν ότι ο καθηγητής Βαρουφάκης, πρώην σύμβουλος του πρωθυπουργού (2004-2006), ο πρώην βουλευτής του κόμματος των εργατικών στη Βρετανία Στιούαρτ Χόλαντ, το Δίκτυο των Ευρωπαίων Οικονομολόγων που υποστηρίζουν καιρό τώρα, πως ένα μέρος των εθνικών χρεών πρέπει να απορροφηθεί από την Ευρωπαϊκή Τράπεζα και με τον έναν ή τον άλλον τρόπο να αδρανοποιηθεί. Άλλωστε αυτό δεν κάνουν και η Ιαπωνία και οι ΗΠΑ μέσω των κεντρικών τραπεζών. Η κοινή ιδέα εδώ είναι πως το παλιό χρέος, το πεθαμένο κεφάλαιο, δεν θα πρέπει να πνίξει, κρατώντας δέσμιο το ζωντανό κεφάλαιο και μαζί μ’ αυτό ολόκληρη την οικονομία και την κοινωνία.
Γι’ αυτό βασικό και κοινό αίτημα πρέπει να είναι η δίκαιη και βιώσιμη λύση στο πρόβλημα του χρέους, ενταγμένη σε ένα ευρύτερο σχέδιο αναδιανομής και μετασχηματισμού του κράτους, της οικονομίας και της κοινωνίας, σε Ελλάδα και Ευρώπη. Δίκαιη, διότι πρέπει να πληρώσουν αυτοί που το δημιούργησαν, αυτοί που κέρδισαν, και όχι εκείνα τα τμήματα της κοινωνίας που είναι θύματα της κρίσης και της πολιτικής που ασκήθηκε πριν την κρίση. Βιώσιμη, σημαίνει ρύθμιση που θα φέρει το χρέος σε τέτοια επίπεδα που η δαπάνη εξυπηρέτησής του δεν θα είναι εμπόδιο για την άσκηση αναπτυξιακής και κοινωνικής πολιτικής.
Το συμπέρασμα είναι ότι υπάρχει προοδευτική λύση στο πρόβλημα του χρέους. Όμως η λύση αυτή περνά μέσα από μια διαπραγμάτευση με δύο κυρίως επίδικα θέματα: το πρώτο είναι η μείωση του χρέους και του κόστους εξυπηρέτησής του σε ανεκτά επίπεδα και το δεύτερο είναι η χρηματοδότηση της ανάκαμψης, της ανασυγκρότησης της οικονομίας και της νέας ανάπτυξης.
Προς αυτή την κατεύθυνση θα πρέπει να διεκδικήσουμε:
α) να επιτραπεί ο κατευθείαν δανεισμός και των κρατών από την ΕΚΤ, όπως συμβαίνει και με τις τράπεζες.
β) να δημιουργηθεί κοινός μηχανισμός δανεισμού για την έκδοση ευρωομολόγων που, υπό όρους και προϋποθέσεις, θα μπορούσε να περιορίσει τη δύναμη των αγορών να κερδοσκοπούν με τις διαφορές επιτοκίων.
γ) να μετατραπεί μέρος των εθνικών χρεών σε κοινό ευρωπαϊκό χρέος.
δ) να γίνει διαγραφή, αδρανοποίηση ή επαναγορά μέρους του χρέους με τους πόρους ενός φόρου επί των χρηματοπιστωτικών συναλλαγών ή και της περιουσίας
ε) να εξασφαλισθεί αναπτυξιακή ώθηση σε όλη την Ε.Ε., με αιχμή την απασχόληση, την κοινωνική ανάπτυξη και την αλληλεγγύη, μέσα από έναν ενισχυμένο προϋπολογισμό και νέους θεσμούς, διαφανείς και δημοκρατικά ελεγχόμενους.
Υπάρχουν λοιπόν λύσεις, αρκεί να θέλουμε να υπερβούμε το νεοφιλεύθερο πλαίσιο οικοδόμησης της Ε.Ε. και να κινητοποιήσουμε το πιο ισχυρό χαρτί μας, που είναι οι λαΪκές κινητοποιήσεις. Όσο αυτό δεν το θέλουμε, τόσο θα λέμε ότι η λύση των μνημονίων, των μεσοπρόθεσμων, της εξαθλίωσης, της κοινωνικής χρεωκοπίας, της γενικής εκποίησης της χώρας, είναι μονόδρομος
Ιούλιος 2011 Νίκος Συρμαλένιος
Σημείωση: Το παραπάνω άρθρο περιέχει στοιχεία και διαπιστώσεις από αρθρογραφία και συνεντεύξεις του Γ. Δραγασάκη, του Δ. Σερεμέτη (καθηγητή στο Πανεπιστήμιο Αιγαίου), καθώς και επεξεργασίες συνεργατών της Κ.Ο. του ΣΥΡΙΖΑ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου