Αν έχει κάπου επικεντρώσει τη δράση της η κυβέρνηση την τελευταία περίοδο, είναι στο να ανακαλύπτει «καταλήψεις» στα κέντρα των πόλεων και να οργανώνει επιχειρήσεις «ανακατάληψης». Οι εμπνευστές αυτής της πολιτικής παραμένουν μέχρι στιγμής στο παρασκήνιο
Από την προεκλογική ακόμα περίοδο, μόλις άρχισε να γίνεται ορατή η ραγδαία δημοσκοπική άνοδος του ΣΥΡΙΖΑ, κεντρικό στοιχείο της πολιτικής στρατηγικής της Νέας Δημοκρατίας υπήρξε η ανάδειξη των «συνιστωσών», οι οποίες συγκροτούν τον πολιτικό συνασπισμό που κατέχει αυτή τη στιγμή τη θέση της αξιωματικής αντιπολίτευσης.
Η προφανής σκοπιμότητα αυτής της μεθόδευσης ήταν (και παραμένει) να αναδειχτεί ο εσωτερικός πλουραλισμός του ΣΥΡΙΖΑ ως αδυναμία του και βέβαια να προβληθούν ως μπαμπούλας ορισμένες μειοψηφικές ή αποκλίνουσες απόψεις στελεχών του. Το μήνυμα προς το εκλογικό σώμα ήταν σαφές: Aν επιλέξετε τον ΣΥΡΙΖΑ, κινδυνεύετε να σας κυβερνήσει κάποιος που υποστηρίζει τη μία ή την άλλη μειοψηφική άποψη, και εν πάση περιπτώσει κινδυνεύετε να αναδείξετε μια κυβέρνηση χωρίς την απαραίτητη εσωτερική συνοχή.
Το έμμεσο μήνυμα που στέλνει αυτή η προπαγανδιστική εμμονή της Νέας Δημοκρατίας είναι μια σύγκριση των δύο πολιτικών σχηματισμών που έρχονται πρώτοι στις δημοσκοπήσεις. Αυτή η σύγκριση ευνοεί βέβαια το κόμμα του πρωθυπουργού, διότι το εμφανίζει συμπαγές και ενιαίο, απέναντι στο κόμμα της Αριστεράς, το οποίο διαθέτει τάσεις και «συνιστώσες».
Είναι όμως ακριβώς έτσι τα πράγματα;
Η πολιτική που εφαρμόζει τους τελευταίους μήνες η κυβέρνηση μαρτυρά το αντίθετο. Η Νέα Δημοκρατία, μέσω της ωμής κατασταλτικής πολιτικής που εφαρμόζει με κάθε ευκαιρία στο κέντρο της Αθήνας, επιβεβαιώνει ότι στο εσωτερικό της δρουν ορισμένοι φορείς ακραίων πολιτικών απόψεων, οι οποίοι μάλιστα έχουν ήδη επιβάλει τη δική τους ατζέντα στο πάλαι ποτέ κόμμα του «μεσαίου χώρου».
Δεν έχουμε βέβαια στη Νέα Δημοκρατία οργανωμένες πολιτικές τάσεις με δημόσια έκφραση. Αυτό εξάλλου είναι χαρακτηριστικό ενός καθαρά αρχηγικού πολιτικού σχηματισμού, ο οποίος δεν επιτρέπει τη διατύπωση πολιτικών αποκλίσεων από τα στελέχη του. Οι «συνιστώσες» αυτές της Νέας Δημοκρατίας είναι υπόγειες, κρυφές και ανομολόγητες. Υπάρχει, μάλιστα, το παράδοξο, κάποιες απ’ αυτές να βρίσκονται εκτός του κόμματος, αλλά διατηρούν διαύλους επικοινωνίας με τον σκληρό πυρήνα της ηγεσίας του και επηρεάζουν αποφασιστικά τις πολιτικές του επιλογές.
Δεν θα είχε άλλωστε και μεγάλη σημασία η καταγραφή παρόμοιων πολιτικών μορφωμάτων ή τάσεων στο κόμμα της Νέας Δημοκρατίας αν η ύπαρξή τους δεν έγερνε τόσο δραστικά την κυβερνητική πολιτική προς ανοιχτά αντιδημοκρατικές και κατασταλτικές πρακτικές.
Μπορούμε να κατατάξουμε αυτές τις συνιστώσες της Νέας Δημοκρατίας σε τρεις κατηγορίες:
1. Οι χρυσές μετεγγραφές
Πρόκειται για την ομάδα των στελεχών της Ακροδεξιάς που μεταπήδησε από την ηγεσία του ΛΑΟΣ στην ηγεσία της Νέας Δημοκρατίας και ήδη έχει αναλάβει το μεγαλύτερο βάρος στην επικοινωνιακή διαχείριση της κυβερνητικής πολιτικής. Αναφερόμαστε κυρίως στον κ. Βορίδη, ο οποίος από δελφίνος του κ. Καρατζαφέρη αναδείχτηκε μέσα σε μια νύχτα δελφίνος του κ. Σαμαρά, και τον κ. Γεωργιάδη, ο οποίος συνεχίζει να μονοπωλεί τις τηλεοπτικές οθόνες, αυτή τη φορά όμως υμνώντας άλλον αρχηγό. Σε δεύτερο πλάνο ακολουθεί ο Πλεύρης υιός, που δεν πρόλαβε να πλασαριστεί στις εκλόγιμες λίστες, και ο Βελόπουλος, ο οποίος δεν προσχώρησε στη Νέα Δημοκρατία, αλλά «στηρίζει την ιδέα ευρύτερης κεντροδεξιάς παράταξης».
2. Οι προσωπικοί σύμβουλοι, τα «δίκτυα» και τα ιστολόγια
Επιφανή στελέχη που ανήκουν στην κατηγορία αυτή είναι βέβαια ο Φαήλος Κρανιδιώτης, επί χρόνια στέλεχος του εθνωφελούς Δικτύου 21, μαζί με τον συνοδοιπόρο του Χρύσανθο Λαζαρίδη, αλλά και λιγότερο προβεβλημένα πρόσωπα, όπως ο δημοσιογράφος Νίκος Χιδίρογλου.
3. Οι παλιές αμαρτίες
Εδώ κατατάσσονται στελέχη της Δεξιάς και της Ακροδεξιάς, τα οποία δεν βρίσκονται πλέον (ή ακόμα) στη Νέα Δημοκρατία, αλλά οι θέσεις τους υιοθετούνται χωρίς αυτό να ομολογείται από την κυβέρνηση. Και εδώ θα συναντήσουμε πρόσωπα όπως ο Πάνος Καμμένος, ο οποίος ξεκίνησε από την ΟΝΝΕΔ επί Μητσοτάκη, πέρασε από τη ΔΗΑΝΑ του Στεφανόπουλου, για να επιστρέψει στη Νέα Δημοκρατία και τελικά να ιδρύσει πριν από έναν χρόνο το δικό του κόμμα. Στην ίδια κατηγορία θα βρούμε ακόμα και επιφανή στελέχη της χούντας, όπως ο Γεώργιος Γεωργαλάς, αλλά ακόμα και πολιτικά μορφώματα όπως η Χρυσή Αυγή.
Ο κ. Καμμένος ως «θεωρητικός»
Αρχίζουμε από την περιγραφή της τελευταίας «συνιστώσας». Εδώ και έναν μήνα η κυβέρνηση επιδίδεται σε μια στρατιωτικού τύπου επιχείρηση στο κέντρο της Αθήνας. Κάτω από το πρόσχημα της «μηδενικής ανοχής» και με το σύνθημα της «ανακατάληψης», οι ειδικές μονάδες της ΕΛ.ΑΣ. διατάσσονται να επιτεθούν σε καταλήψεις εγκαταλειμμένων σπιτιών που λειτουργούν εδώ και δεκαετίες ως κύτταρα κοινωνικής δράσης, ενώ στόχος έχουν γίνει και τα ΑΕΙ, με κουρέλιασμα του πανεπιστημιακού ασύλου. Μετά την κατάληψη στη Βίλα Αμαλίας ακολούθησε εισβολή στην ΑΣΟΕΕ και στη συνέχεια σειρά είχε η κατάληψη στη Λέλας Καραγιάννη.
Ειρωνεία της τύχης: Πριν από δύο ακριβώς δεκαετίες, η πρώτη δημόσια εμφάνιση της Χρυσής Αυγής σημαδεύτηκε με επιθέσεις της ναζιστικής συμμορίας στην κατάληψη της Λέλας Καραγιάννη και στην ΑΣΟΕΕ. Ηταν 10 Δεκεμβρίου 1992, όταν η Χρυσή Αυγή, εκμεταλλευόμενη τον εθνικιστικό παροξυσμού του συλλαλητηρίου για το Μακεδονικό, προχώρησε σε εφαρμογή της θεωρίας της χτυπώντας με ρόπαλα τους πολιτικούς της αντιπάλους που βρίσκονταν σ’ αυτές τις καταλήψεις.
«Και μέσα σ’ όλα είχαμε και την εμφάνιση νεοναζί στην Αθήνα», έλεγε εκείνο το βράδυ ένας δημοφιλής παρουσιαστής στο δελτίο μεγάλου τηλεοπτικού σταθμού: «Νεαροί ζηλωτές του Χίτλερ διάλεξαν τη σημερινή μέρα του μεγάλου, του παλλαϊκού συλλαλητηρίου για να κάνουν δυναμική εμφάνιση. Κραδαίνοντας ρόπαλα, οργάνωσαν επιδρομές για να διαλύσουν καταλήψεις εγκαταλειμμένων σπιτιών». Το ρεπορτάζ του καναλιού αναφερόταν σε «πρόκληση νεοναζί, με άρβυλα, πέτσινα σακάκια, κοντό μαλλί, ρόπαλα σβάστικες, φούμο στο πρόσωπο και μαχαίρια».
Σημειώνουμε άλλη μια λεπτομέρεια. Ο τηλεπαρουσιαστής που περιέγραφε τη δράση των ναζιστών δεν ήταν άλλος από τον Τέρενς Κουίκ, εκπρόσωπο Τύπου σήμερα των Ανεξάρτητων Ελλήνων.
Είκοσι χρόνια αργότερα, η Νέα Δημοκρατία δικαιώνει με τη βίαιη αντιμετώπιση ειρηνικών καταλήψεων και πανεπιστημίων όσα επιχειρούσε η ναζιστική οργάνωση στα πρώτα της βήματα. Αλλά και η λέξη «ανακατάληψη» που συνηθίζει να χρησιμοποιεί ο πρωθυπουργός και μάλιστα την είχε επιλέξει για τα προεκλογικά σποτάκια του κόμματός του δεν είναι παρά αντιγραφή του σχετικού συνθήματος της Χρυσής Αυγής.
Ως αιτιολογία αυτών των απρόκλητων αστυνομικών επιχειρήσεων η κυβέρνηση και τα φιλοκυβερνητικά μέσα ενημέρωσης προβάλλουν την πάταξη της «ανομίας». Αλλά η ευθεία σύνδεση των καταλήψεων με κάθε είδους βίαιη δράση, ακόμα και με την τρομοκρατία δεν είναι ανακάλυψη της σημερινής κυβέρνησης. Είναι ρητά διατυπωμένη σε βιβλίο του Πάνου Καμμένου, το οποίο κυκλοφόρησε επί κυβερνήσεως Μητσοτάκη το 1992 και είχε στόχο να ταυτίσει τον Ανδρέα Παπανδρέου και το ΠΑΣΟΚ με την πολιτική βία και την υπόθαλψη της τρομοκρατίας. Κάτι σαν κι αυτό που επιχειρεί σήμερα το επικοινωνιακό επιτελείο του κ. Σαμαρά απέναντι στον ΣΥΡΙΖΑ.
Για τη σοβαρότητα της ανάλυσης και των στοιχείων Καμμένου έχουμε αναφερθεί όταν είχε πρωτοκυκλοφορήσει («Ελευθεροτυπία», 1.2.1997, 1.4.2001). Αρκεί εδώ να θυμίσουμε ότι ο ευφάνταστος συγγραφέας αναφέρει μεταξύ άλλων ότι «ο Κώστας Λαλιώτης είχε συλληφθεί, τότε που φορούσε σκουλαρίκια, να βάζει φωτιές στα Εξάρχεια» (σ. 280) και εμφανίζει τον υπερτρομοκράτη Κάρλος να δολοφονείται από την KGB, ενώ βέβαια είναι ακόμα κρατούμενος στις γαλλικές φυλακές (σ. 141).
Διαβάζουμε στο βιβλίο Καμμένου για το πανεπιστήμιο:
«Στην Ιταλία οι περισσότεροι δημιουργοί και ηγέτες τρομοκρατικών οργανώσεων ήταν εκπαιδευτικοί και πανεπιστημιακοί καθηγητές. Συνεπώς, θέλει μεγάλη προσοχή η επάνδρωση της παιδείας και ιδίως της ανώτατης. Το Πανεπιστήμιο είναι φυτώριο ιδεών αλλά όχι μόνο καλών. Εκεί, στον πανεπιστημιακό χώρο υπάρχουν και ιδέες που εκτρέπονται από την κανονική σκέψη. Ετσι, τα ιταλικά και ορισμένα αμερικανικά Πανεπιστήμια είχαν καταντήσει φυτώρια τρομοκρατών. Τώρα πια δεν είναι».
Ο κ. Καμμένος δεν διστάζει να βάλει στην ίδια κατηγορία και τις καταλήψεις των σχολείων: «Και να μην ξεχνούμε ότι οι καταλήψεις σχολείων και Πανεπιστημίων είχαν παίξει βασικό ρόλο στη γέννηση και την ανάπτυξη της τρομοκρατίας στην Ιταλία αλλά και σε άλλες χώρες, όπως στη Γαλλία και την Αμερική. Οι καταλήψεις είναι μια διδασκαλία της βίας, που διοχετεύει τους πιο παράφορους από τους σπουδαστές και τους φοιτητές προς την τρομοκρατία. Κακοί δάσκαλοι είναι εκείνοι που γίνονται απολογητές της βίας για οποιοδήποτε λόγο και με οποιαδήποτε πρόφαση. Στην Ιταλία, ένα από τα βασικά μέτρα που ελήφθησαν για τη συντριβή της τρομοκρατίας και απέδωσαν, ήταν η εκκαθάριση των Πανεπιστημίων απ’ αυτούς τους κακούς δασκάλους, από τους οποίους πολλοί, όχι απλώς απελύθησαν, αλλά και καταδικάστηκαν» (σ. 205).
Αλλά στο ίδιο πόνημα υπάρχει και μια περιγραφή που θυμίζει εξαιρετικά τον τρόπο που αντιμετωπίζουν τον ΣΥΡΙΖΑ οι προπαγανδιστές της Νέας Δημοκρατίας: «Πρέπει να πληγούν οι συμπαθούντες. Να καταδειχθεί ο άθλιος ρόλος τους. Να διαλυθούν οι οργανώσεις τους. Να χτυπηθούν οι ιδέες τους. Οι άνθρωποι αυτοί δημιουργούν μία προστατευτική ασπίδα γύρω από τους τρομοκράτες και ταυτόχρονα παίζουν το ρόλο των τροφοδοτών τους σε πληροφορίες, σε μέσα κ.λπ.» (σ. 206).
Διατυπώνεται, τέλος, ακόμα και η πρόταση να ξεπεραστούν οι περιορισμοί του νόμου: «Λήψη ορισμένων εκτάκτων μέτρων. Αυτό που αποκαλείται “τρομοκρατία των θεσμών”» (σ. 207). Αυτή την «τρομοκρατία των θεσμών» τη νιώθει σήμερα στο πετσί της η μεγάλη πλειονότητα του ελληνικού λαού. Οσο για τις «ανακαταλήψεις» που εισηγούνταν ο κ. Καμμένος, ήταν τότε πρόσφατη η επιχείρηση στην Πάτρα που οργάνωσε η ΟΝΝΕΔ, με θύμα τον Νίκο Τεμπονέρα.
Από τον Γεωργαλά στον Αδωνι
Το αστείο είναι ότι αυτό το πόνημα, το οποίο φαίνεται να χρησιμοποιεί σήμερα ως άτυπο εγχειρίδιο δράσης η Νέα Δημοκρατία, αποτέλεσε ένα από τα κύρια επιχειρήματά της εναντίον του αρχηγού των Ανεξάρτητων Ελλήνων κατά τη διπλή προεκλογική περίοδο της περασμένης χρονιάς. Τα στελέχη του κόμματος του κ. Σαμαρά αναφέρθηκαν διά μακρών στο βιβλίο αυτό, με αφορμή τον όψιμο ισχυρισμό του «θεωρητικού» της χούντας Γεωργίου Γεωργαλά ότι αυτός είναι ο συγγραφέας του επίμαχου βιβλίου και μάλιστα του οφείλονται και χρήματα από τον κ. Καμμένο γι’ αυτή τους τη «συνεργασία».
Την υπόθεση πρόβαλε η εφημερίδα «Δημοκρατία» που εκφράζει τους σκληρούς Σαμαρικούς. Από την πλευρά του ο πρόεδρος των Ανεξάρτητων Ελλήνων διέψευσε κατηγορηματικά τον Γεωργαλά, μίλησε απαξιωτικά για τον «υπουργό της χούντας» και κατέφυγε στη Δικαιοσύνη. Η αλήθεια είναι ότι, σε ανύποπτο χρόνο, το 1996, είχε δημοσιευτεί στην «Ελευθεροτυπία» συνέντευξη του Γεωργαλά με τίτλο «Γράφω τους λόγους του Καμμένου».
Ο Γεωργαλάς, με επιστολή του στην εφημερίδα, διευκρίνισε τότε ότι «δεν είπα ότι του γράφω τους λόγους, αλλά ότι εκτιμώ τις ιδέες του, ιδίως στα εθνικά θέματα, το θάρρος, την μαχητικότητα και το αδιάφθορόν του, θεωρώ θετική την παρουσία του στη Βουλή και γι’ αυτό του προσφέρω όποια και όση βοήθεια μπορώ, δοθέντος μάλιστα ότι είμαστε φίλοι από πολλά χρόνια, συνδεόμενοι με αμοιβαίαν εκτίμηση». Ας συμπληρωθεί η «διάψευση» με το γεγονός ότι η επιστολή στην εφημερίδα στάλθηκε μέσω του γραφείου του κ. Καμμένου. Προσθέτουμε ότι στη μικρή βιβλιογραφία του επίμαχου βιβλίου ο όποιος συγγραφέας του έχει φροντίσει να περιλάβει και ένα βιβλίο του Γεωργαλά, το οποίο κυκλοφόρησε επί δικτατορίας.
Αλλά αυτό που μας ενδιαφέρει εδώ είναι το γεγονός ότι την υπόθεση αυτή, δηλαδή το ενδεχόμενο να έχει συγγράψει το βιβλίο αυτό εκ μέρους του κ. Καμμένου ο κ. Γεωργαλάς, την ανέδειξε προεκλογικά η Νέα Δημοκρατία. Ο Αδωνις Γεωργιάδης αναφέρθηκε αναλυτικά στο ζήτημα και μάλιστα έψεξε τον κ. Καμμένο με σκληρές εκφράσεις για τον Γεωργαλά. Μόνο που με τη χαρακτηριστική του πολυλογία αποκάλυψε και τη δική του σχέση με τον Γεωργαλά.
Για να πείσει τους τηλεθεατές για τη σχέση Καμμένου – Γεωργαλά ο κ. Γεωργιάδης ξεφούρνισε την αποκάλυψη: «Εμένα με έστειλε στο γραφείο του κ. Καμμένου ο κ. Γεωργαλάς το 1996» (ΣΚΑΪ, 29.4.2012). Βέβαια δεν είναι έκπληξη για όσους γνωρίζουν το πολιτικό παρελθόν του κ. Γεωργιάδη τα πάρε-δώσε με τον Γεωργαλά. Μαθητής του Πλεύρη πατρός, θαυμαστής του φιλοχιτλερικού βιβλίου του για τους Εβραίους και πολλά άλλα. Ομως είναι πράγματι αξιοθαύμαστη ικανότητα να καταγγέλλει ο ένας κολλητός του Γεωργαλά τον άλλο για… χουντισμό.
Περνώντας στην αντεπίθεση, ο κ. Καμμένος αποκάλυψε ότι ο Γεωργαλάς βγάζει τα βιβλία του στις εκδόσεις Γεωργιάδη! «Εχουμε βγάλει κι εμείς κάνα δυο βιβλία του», θα παραδεχτεί ο Αδωνις. Θα του θυμίσουμε ότι δεν είναι μόνο τα βιβλία του Γεωργαλά που εκδίδει, αλλά και όλα τα άλλα που προβάλλει και πουλάει από τις εκπομπές του. Ανασύρουμε τυχαία: «Και σήμερα τα βιβλία του Γιώργου Γεωργαλά. Τα θεωρώ πάρα πολύ σημαντικά βιβλία. Πολύ, πολύ σπουδαία βιβλία» (Τηλεάστυ, 1.5.2006). «Η ιστορία του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου, μέσα από το κριτικό πνεύμα [sic] του Γεωργίου Γεωργαλά, από 45 ευρώ με 30 ευρώ, πολύ χαμηλή τιμή. Από Δευτέρα θα παρουσιάζουμε πολύ έντονα αυτό το βιβλίο» (Τηλεάστυ, 4.7.2008).
Και βέβαια ο Γεωργαλάς υπήρξε τακτικός επισκέπτης των εκπομπών του ΛΑΟΣ, ενώ και ο άλλος τηλεπωλητής του κόμματος, ο Κυριάκος Βελόπουλος, έχει φροντίσει να τον εκθειάσει ως «πνευματικό του δάσκαλο».
Ο πλουραλισμός της Ακροδεξιάς
Βλέπουμε, λοιπόν, τις ακροδεξιές «συνιστώσες» εντός και εκτός της Νέας Δημοκρατίας να συμπλέκονται με ποικίλους τρόπους, ενώ είναι εμφανές ότι οι διαφωνίες τους δεν αφορούν τόσο πολιτικά ζητήματα, στα οποία φαίνεται ότι ομονοούν. Εδώ παρεμβαίνει η τρίτη κατηγορία «συνιστωσών» στην οποία αναφερθήκαμε, οι σύμβουλοι. Και πρώτος πρώτος ο δυναμικός Φαήλος Κρανιδιώτης που μπορεί να έχασε την πρωτιά στην καρδιά του αρχηγού από τον Χρύσανθο Λαζαρίδη, αλλά εξακολουθεί να δίνει τον τόνο στο σκληρό ιδεολογικό όργανο της παράταξης, την εφημερίδα «Δημοκρατία», η οποία έχει θυμηθεί όλα τα προπαγανδιστικά εμφυλιοπολεμικά έργα της χουντικής περιόδου και τα προσφέρει ως «ντοκουμέντα» στους αναγνώστες της.
Σε πρόσφατο κείμενό του ο κ. Κρανιδιώτης (ο οποίος συνέπεσε με τον Καμμένο στην υπόθεση Οτσαλάν) εξαγγέλλει την «ένωση της βάσης της παράταξης», όπου η «παράταξη» περιλαμβάνει τους Ανεξάρτητους Ελληνες αλλά και τη Χρυσή Αυγή! «Ο κύριος λόγος της στάσης μου είναι ότι η βάση των ΑΝ.ΕΛΛ. όπως και της Χρυσής Αυγής είναι κυρίως δικοί μας άνθρωποι», γράφει ο κ. Κρανιδιώτης και υποδεικνύει την πλήρη υιοθέτηση της ακροδεξιάς ατζέντας: «καταπολέμηση της λαθρομετανάστευσης κι εγκληματικότητας, στιβαρή εξωτερική πολιτική, αποκατάσταση της αμυντικής μας ισχύος, επανελλήνιση της παιδείας» (12.12.2012). Κεντρικό επιχείρημα του κ. Κρανιδιώτη είναι ότι «η Χρυσή Αυγή στη χειρότερη περίπτωση κάνει αντιποίηση αρχής», ενώ οι δολοφονικές επιθέσεις για τις οποίες βαρύνονται μέλη της δεν είναι δα και τίποτα σοβαρό («ενίοτε πέφτει και καμιά ψιλή, ήτοι έργω εξύβριση και σωματικές βλάβες») και «οι εκατόμβες των μαχαιρωμένων αλλοδαπών υπάρχουν [μόνο] στην ευφάνταστη και βλακώδη προπαγάνδα της “προοδευτικιάς” δημοσιογραφίας» (30.12.2012).
Ακόμα πιο προχωρημένος από τον κ. Κρανιδιώτη εμφανίζεται ένας άλλος πολιτευτής της Νέας Δημοκρατίας, ο Νίκος Χιδίρογλου, ο οποίος είχε αναπτύξει μια ιδιότυπη θεωρία, την οποία διατυπώνει μέσω λογοτεχνικών κειμένων. Η πρώτη του απόπειρα έγινε μέσω του μυθιστορήματος («Οχι στην Παλιά Πόλη», εκδ. Ερωδιός, Θεσ/νίκη 2007), στο οποίο ούτε λίγο ούτε πολύ περιγράφεται ως εφιάλτης η επικράτηση μιας κεντροαριστερής κυβέρνησης και εκθειάζεται το ένοπλο αντάρτικο των εθνικοφρόνων που οδηγεί στην ανατροπή της. Το βιβλίο αυτό έγινε γρήγορα το αγαπημένο ανάγνωσμα των ακροδεξιών ομάδων και ιστολογίων, αλλά ταυτόχρονα αγκαλιάστηκε από τα πολιτικά στελέχη της Νέας Δημοκρατίας.
Ο λόγος ήταν απλός. Ο συγγραφέας κατείχε την περίοδο εκείνη το νευραλγικό πόστο του εκπροσώπου στο υπουργείο Εθνικής Αμυνας επί Ευάγγελου Μεϊμαράκη. Ο κ. Χιδίρογλου είναι στέλεχος της Νέας Δημοκρατίας από το 1984, ενώ το 2000 διετέλεσε τομεάρχης οργανωτικού του κόμματος. Για το ζήτημα που εξετάζουμε έχει ενδιαφέρον το γεγονός ότι ακολούθησε τον κ. Καμμένο στις εκλογές του Μαΐου, για να επιστρέψει στη Νέα Δημοκρατία ενόψει των εκλογών του Ιουνίου. Βέβαια τις ιδιαίτερες απόψεις του τις εκθέτει τακτικά στην εφημερίδα του χώρου «Ελεύθερη Ωρα».
Μετά την πρώτη επιτυχία ο κ. Χιδίρογλου επανήρθε στα τέλη του 2012 με νέο πόνημα («Πολεμώντας το καθεστώς», εκδ. Ερωδιός, Θεσ/νίκη 2012), το οποίο επαναλαμβάνει με πιο οξύ τρόπο την ίδια εικόνα (βλ. διπλανές στήλες).
Πριν βιαστεί κανείς να διαμαρτυρηθεί για τη χρήση ενός κειμένου μυθοπλασίας ως πολιτικού ντοκουμέντου, ας διαβάσει πώς το υποδέχονται οι ομοϊδεάτες του συγγραφέα: «Το νέο βιβλίο του Νίκου Χιδίρογλου δεν πρέπει να αντιμετωπιστεί από τον αναγνώστη απλά σαν ένα μυθιστόρημα ή μία πολεμική περιπέτεια αλλά σαν ένα κείμενο με επίκαιρο χαρακτήρα που κωδικοποιεί μέσα από την μυθιστορηματική αφήγηση σύγχρονα προβλήματα και ταυτόχρονα αναδεικνύει την κρυφή ατζέντα της νεκραναστημένης Ακρας Αριστεράς που βγαίνει από το χρονοντούλαπο της ιστορίας διεκδικώντας την διακυβέρνηση της χώρας, αλλά και σαν εγερτήριο σάλπισμα όλων των εθνικών δυνάμεων» (Βαγγέλης Αντωνιάδης, γ.γ. ΟΝΝΕΔ Συκεών).
Αυτές οι απόψεις δεν είναι ούτε μεμονωμένες ούτε μειοψηφικές. Κάτω από τη λελογισμένη σκληρότητα που αποπνέει η πλειοψηφία των κυβερνητικών στελεχών σιγοβράζει μια πραγματική ακροδεξιά στροφή των μεσαίων στελεχών και των δημοσιογραφικών οργάνων της Νέας Δημοκρατίας. Τον τόνο δίνουν τα ιστολόγια του μίσους, τα οποία αναπαράγουν και μεγεθύνουν αυτές τις απόψεις, πολλαπλασιάζοντας την πραγματική τους διάσταση.
Το όραμα ενός νέου εμφυλίου
Οσα δεν μπορούν να πουν ανοιχτά τα στελέχη της Νέας Δημοκρατίας για το ενδεχόμενο εκλογικής επικράτησης της Αριστεράς τα αποκαλύπτει ένα μικρό μυθιστόρημα του πολιτευτή του κόμματος και στενού συνεργάτη του Ευάγγελου Μεϊμαράκη Νίκου Χιδίρογλου. Πρόκειται για το δεύτερο κατά σειρά παρόμοιο πόνημα του συγγραφέα και ήδη αντιμετωπίζεται από πολιτικά στελέχη της Νέας Δημοκρατίας και της Αριστεράς ως πολιτικό μανιφέστο. Είναι αλήθεια ότι ο συγγραφέας δεν κάνει ιδιαίτερη προσπάθεια να κρύψει τη σαφή πολιτική του στόχευση.
Στην αρχή διεκτραγωδείται η κατάσταση της χώρας μετά την εκλογική νίκη της Αριστεράς. «Βία, έγκλημα, ελευθεριότητα, πολυπολιτισμός, ανεργία. […] Αλλαξε το νόμισμα και η ζωή όλων» (σ. 13). Κουμάντο κάνουν πλέον οι μετανάστες («εποίκους» τους αποκαλεί ο συγγραφέας, ακολουθώντας τη γραμμή των ομοϊδεατών του), τους οποίους η κυβέρνηση της Αριστεράς έχει διορίσει στην αστυνομία για να καταπιέζουν τους Ελληνες!
«Τους Ελληνες δεν τους κυβερνούσαν πια Ελληνες. Τους κυβερνούσαν εθνομηδενιστικά καθάρματα, τους κυβερνούσαν αριστεριστές Εφιάλτες, οι δήμιοι του διεθνισμού του νέου τριτοκοσμικού προλεταριάτου και του κεφαλαίου» (σ. 14).
«Μόνο τη νύχτα της επικράτησης της Αριστεράς (των εκλογών) 2.000 Ελληνίδες βιάστηκαν» (σ. 31). Οπότε στη συνέχεια κυκλοφορούσαν μόνο «ανέραστες με την ξινισμένη φεμινιστική μούρη, που έκαναν μπαμ από χιλιόμετρα και ήταν απεχθείς στους πάντες» (σ. 27).
«Την επικράτηση της Αριστεράς και κάποιων πάλαι ποτέ “δεξιών” συμμάχων της, που είχαν πολλές φαντασιώσεις με διεθνείς συνωμοσίες κατά της χώρας, ακολούθησε μαζική έξοδος Ελλήνων από τη χώρα και βία κατά συμμάχων του καθεστώτος στην περιφέρεια, που ποτέ δεν έχαψε το “αντιρατσιστικό” παραμύθι των εξουσιαστών αριστεριστών, που στην ουσία ήταν απροκάλυπτος ρατσισμός κατά των Ελλήνων» (σ. 33).
Εκεί που η φαντασία του συγγραφέα συναντά ίσως και μια κρυφή του ελπίδα είναι η απάντηση των «εθνικοφρόνων»: «Εχουμε καταρτίσει ένα σχέδιο για να τους αιφνιδιάσουμε και να προετοιμάσουμε το έδαφος για να επανακτηθεί η Αθήνα από τους πατριώτες» (σ. 84). Αν σας θυμίζει κάτι αυτή η «επανάκτηση της Αθήνας», καλώς σας το θυμίζει. Είναι το σύνθημα-άλλοθι της Χρυσής Αυγής για τις επιθέσεις της σε μετανάστες, ένα σύνθημα που υιοθέτησε η Νέα Δημοκρατία στα προεκλογικά της τηλεοπτικά σποτ.
Αλλά υπάρχει και άλλο γνωστό χρυσαυγίτικο σύνθημα, το οποίο προβάλλεται ως πατριωτικό: «Κοίταξε στον διπλανό τοίχο και είδε ένα σύνθημα, “Εξω οι έποικοι, η Ελλάδα στους Ελληνες”. Αισθάνθηκε μια άγρια χαρά να τον πλημμυρίζει. Ο ελληνικός πατριωτικός κόσμος είχε εξεγερθεί και ήταν θέμα χρόνου να πάρει ξανά τα ηνία της πατρίδας στα χέρια του» (σ. 117).
Το βιβλίο έχει χάπι εντ. Τελικά, την απελευθέρωση της Ελλάδας αναλαμβάνει μια νέα «Φιλική Εταιρεία», με ιθύνοντα νου έναν μη κατονομαζόμενο «σερ», εφοπλιστή στο Σίτι του Λονδίνου, ο οποίος χρηματοδοτεί το αντάρτικο των εθνικοφρόνων. Η «Φιλική Εταιρεία», εφοδιασμένη πλέον με όπλα, ξυλοκοπεί άγρια τους υποστηρικτές του αριστερού «καθεστώτος», τους πυροβολεί και τους στέλνει στο νοσοκομεία με βαριά τραύματα.
«Ο καθεστωτικός Τύπος κατάλαβε ότι ήταν σε εξέλιξη οργανωμένη επιχείρηση και άρχισε να γράφει απίθανα πράγματα για “φασιστικές συνωμοσίες” και “ναζιστικές οργανώσεις”» (σ. 51). Η κατάληξη είναι να στείλει από τη θαλαμηγό του ο «σερ» το ελικόπτερο και να αιματοκυλήσει την Αθήνα. Οι Ελληνες ξεσηκώνονται, ανατρέπουν την αριστερή κυβέρνηση και λιντσάρουν τον αριστερό πρωθυπουργό. Μοιάζει λίγο με την εικόνα που είχε ο Πινοτσέτ για την πτώση του Αλιέντε.
Με δυο λόγια, το βιβλίο περιγράφει έναν αιματηρό εμφύλιο ως μόνη διέξοδο από τη διακυβέρνηση της Αριστεράς. Αλλά μ’ αυτή την προοπτική εξηγούνται οι σημερινές επιλογές των ακροδεξιών «θινκ τανκ» της κυβέρνησης και των κρυφών συνιστωσών της Νέας Δημοκρατίας.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ
Πάνος Καμμένος, «Τρομοκρατία. Θεωρία και πράξη» (Ελληνική Ευρωεκδοτική, Αθήνα 1992).
Το βιβλίο που την πατρότητά του διεκδικεί ο επίσημος προπαγανδιστής της χούντας Γεώργιος Γεωργαλάς προλογίζεται από τον στρατηγό Γρυλλάκη. Πρόκειται για μια πρόχειρη συρραφή δημοσιευμένων πληροφοριών με αναπόδεικτες υποθέσεις και κραυγαλέες ανακρίβειες. Κεντρικός ιστός η προσπάθεια απόδειξης σχέσεων τρομοκρατίας-ΠΑΣΟΚ και η υπόδειξη μεθόδων αντίδρασης που θυμίζουν πολύ τον εμφυλιοπολεμικό αντικομμουνιστικό αγώνα.
«Δυστυχώς, διάφοροι καμμένοι και “χαμένοι” συγγραφείς και διάφοροι βαμμένοι και “βλαμμένοι” στρατηγοί, μαζί με κάποιους μικρονοϊκούς πολιτικούς, υφαίνουν έναν ιστό αράχνης, ένα παρακράτος», είχε δηλώσει ο Κώστας Λαλιώτης, ενώ ο εκπρόσωπος της κυβέρνησης Μητσοτάκη Βασίλης Μαγγίνας υποχρεώθηκε να «αδειάσει» τον Καμμένο και τον Γρυλλάκη. Με το θέμα ασχολήθηκε και ο ίδιος ο Ανδρέας Παπανδρέου, ο οποίος κατήγγειλε ότι το βιβλίο αυτό υπονομεύει τη δημοκρατία:
«Είναι απίστευτο, και είμαι βέβαιος ότι δεν αφορά ολόκληρο το κόμμα της Νέας Δημοκρατίας. Ας τελειώνουν οι αθλιότητες αυτές, οι οποίες στο βωμό της εξυπηρέτησης μικροκομματικών συμφερόντων της κυβέρνησης της Ν.Δ., του κόμματος της Ν.Δ., δυναμιτίζουν τα θεμέλια των δημοκρατικών θεσμών, την ομαλή λειτουργία του πολιτεύματος. Τέρμα στις αθλιότητες. Φτάνει πια» (11.1.1993).
ΕΠΙΣΚΕΦΤΕΙΤΕ
Ιός, «Ο “μαύρος” του κ. Μεϊμαράκη» («Κυριακάτικη Ελευθεροτυπία», 2.11.2008).
Το δεξί χέρι του κ. Μεϊμαράκη στο υπουργείο Εθνικής Αμυνας, ο επίσημος εκπρόσωπός του, αναπτύσσει μια ιδιότυπη «αντιφιλελεύθερη» θεωρία και καλλιεργεί προνομιακές σχέσεις μ’ αυτό που ο τότε νεοδημοκράτης πρωθυπουργός ονόμαζε «άκρα».
Πηγή: Εφημερίδα των Συντακτών
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου