ΕΚΛΟΓΕΣ ΤΗΣ 17ΗΣ ΙΟΥΝΙΟΥ: Η ΑΠΟΦΑΣΙΣΤΙΚΉ ΚΑΜΠΗ ΤΗΣ ΑΝΤΙΠΑΡΑΘΕΣΗΣ
Ανάλυσητου ΓΙΑΝΝΗ ΜΑΥΡΗ
Ανάρτηση: 18/5/2012
Η επερχόμενη εκλογική αναμέτρηση είναι περισσότερο σημαντική από την πρόσφατη.
Οι εκλογές της 17ης Ιουνίου μπορεί να αποδειχθούν ο «κύριος σεισμός» και όχι «μετασεισμός».
Με τις εκλογές της 6ης Μαΐου άνοιξε μια νέα ιστορική περίοδος, μεταβατικού χαρακτήρα.
Η κατάρρευση του μεταπολιτευτικού δικομματισμού
θα οδηγήσει μεσοπρόθεσμα στην ανάδυση ενός νέου διπολισμού.
Αυτός, θα αποκρυσταλλώσει πολιτικά και εκλογικά τη νέα διαιρετική τομή
που εδραιώθηκε στην ελληνική κοινωνία με το μνημόνιο.
Με τις εκλογές της 6ης Μαΐου άνοιξε μια νέα ιστορική περίοδος, μεταβατικού χαρακτήρα.
Η κατάρρευση του μεταπολιτευτικού δικομματισμού
θα οδηγήσει μεσοπρόθεσμα στην ανάδυση ενός νέου διπολισμού.
Αυτός, θα αποκρυσταλλώσει πολιτικά και εκλογικά τη νέα διαιρετική τομή
που εδραιώθηκε στην ελληνική κοινωνία με το μνημόνιο.
Με βάση τη σύγχρονη εκλογική ιστορία της χώρας, το πολιτικό κενό που εγγράφεται σήμερα,
λόγω της αποδόμησης του κομματικού συστήματος, είναι ισοδύναμο αν όχι και μεγαλύτερο,
από το αντίστοιχο που εμφανίσθηκε στην ελληνική πολιτική σκηνή το 1950 και το 1974.
Η μεγάλη διαφορά από τις προηγούμενες ιστορικές περιόδους έγκειται στο γεγονός
ότι η Αριστερά βρίσκεται σήμερα στο κέντρο των εξελίξεων,
όχι στο περιθώριο.
λόγω της αποδόμησης του κομματικού συστήματος, είναι ισοδύναμο αν όχι και μεγαλύτερο,
από το αντίστοιχο που εμφανίσθηκε στην ελληνική πολιτική σκηνή το 1950 και το 1974.
Η μεγάλη διαφορά από τις προηγούμενες ιστορικές περιόδους έγκειται στο γεγονός
ότι η Αριστερά βρίσκεται σήμερα στο κέντρο των εξελίξεων,
όχι στο περιθώριο.
Στην προδικτατορική περίοδο, η ίδρυση της Ένωσης Κέντρου (ΕΚ), το 1961,
αφαίρεσε από την ΕΔΑ την προνομιακή πολιτική εκπροσώπηση του ηττημένου εαμικού κινήματος
και περιόρισε τον πολιτικό της ρόλο στην πολιτική κρίση
που ξέσπασε στα μέσα της δεκαετίας του ‘60.
Αντίστοιχα, στην περίοδο 1974-1977, όταν καθορίσθηκε το θεσμικό πλαίσιο του μεταπολιτευτικού καθεστώτος και παγιώθηκε ο συσχετισμός των πολιτικών δυνάμεων για 35 χρόνια,
η Αριστερά βρέθηκε και πάλι στο πολιτικό περιθώριο.
Το 1974, το ρεύμα της Κεντροαριστεράς του Α.Παπανδρέου, συγκροτημένο στη συγκυρία της πολιτικής κρίσης του 1965 και ριζοσπαστικοποιημένο κατά την περίοδο του αντιδικτατορικού αγώνα θα ηγεμονεύσει τόσο επί του ιστορικά χρεωκοπημένου Κέντρου,
όσο και επί της Αριστεράς, η οποία είχε εξασθενίσει περισσότερο,
μετά τη νέα ήττα της δικτατορίας και τη διάσπαση του ’68.
αφαίρεσε από την ΕΔΑ την προνομιακή πολιτική εκπροσώπηση του ηττημένου εαμικού κινήματος
και περιόρισε τον πολιτικό της ρόλο στην πολιτική κρίση
που ξέσπασε στα μέσα της δεκαετίας του ‘60.
Αντίστοιχα, στην περίοδο 1974-1977, όταν καθορίσθηκε το θεσμικό πλαίσιο του μεταπολιτευτικού καθεστώτος και παγιώθηκε ο συσχετισμός των πολιτικών δυνάμεων για 35 χρόνια,
η Αριστερά βρέθηκε και πάλι στο πολιτικό περιθώριο.
Το 1974, το ρεύμα της Κεντροαριστεράς του Α.Παπανδρέου, συγκροτημένο στη συγκυρία της πολιτικής κρίσης του 1965 και ριζοσπαστικοποιημένο κατά την περίοδο του αντιδικτατορικού αγώνα θα ηγεμονεύσει τόσο επί του ιστορικά χρεωκοπημένου Κέντρου,
όσο και επί της Αριστεράς, η οποία είχε εξασθενίσει περισσότερο,
μετά τη νέα ήττα της δικτατορίας και τη διάσπαση του ’68.
Η σημερινή κρίση της Δεξιάς
Στην απαρχή της μεταπολίτευσης, η Δεξιά ενωμένη κάτω από την ηγεσία μιας ισχυρής προσωπικότητας διαχειρίσθηκε τη μετάβαση στη δημοκρατία,
σφράγισε τις εξελίξεις και θριάμβευσε εκλογικά.
Σήμερα, αντιθέτως, ο «πόλος» της Δεξιάς έχει βυθισθεί σε βαθύτατη κρίση
που δείχνει ότι θα διαρκέσει.
Παραμένει κατακερματισμένος,
με ηγεσία μικρής εμβέλειας
και πολιτικό προσωπικό εντελώς φθαρμένο.
Ιδεολογικά, βρίσκεται αποδυναμωμένος από την κρίση του νεοφιλελευθερισμού
που επέφερε η οικονομική κρίση.
Ας σημειωθεί ότι και τα τρία ρεύματα στα οποία διαιρείται η Δεξιά
(σχηματικά μιλώντας, «λαϊκή δεξιά», «άκρα δεξιά» και «νεοφιλελεύθερη δεξιά»)
εμφανίζονται σήμερα διασπασμένα, σε επτά κομματικούς σχηματισμούς.
Ωστόσο, μεγαλύτερη πολιτική σημασία έχει προφανώς το γεγονός ότι το μνημόνιο
έχει διαιρέσει βαθύτατα και την ελληνική Δεξιά.
Είναι εντυπωσιακό ότι η σχέση μνημονιακών/αντιμνημονιακών δυνάμεων
στο εσωτερικό των κομματικών σχηματισμών της,
υπολογίζεται σε 55%-45%.
σφράγισε τις εξελίξεις και θριάμβευσε εκλογικά.
Σήμερα, αντιθέτως, ο «πόλος» της Δεξιάς έχει βυθισθεί σε βαθύτατη κρίση
που δείχνει ότι θα διαρκέσει.
Παραμένει κατακερματισμένος,
με ηγεσία μικρής εμβέλειας
και πολιτικό προσωπικό εντελώς φθαρμένο.
Ιδεολογικά, βρίσκεται αποδυναμωμένος από την κρίση του νεοφιλελευθερισμού
που επέφερε η οικονομική κρίση.
Ας σημειωθεί ότι και τα τρία ρεύματα στα οποία διαιρείται η Δεξιά
(σχηματικά μιλώντας, «λαϊκή δεξιά», «άκρα δεξιά» και «νεοφιλελεύθερη δεξιά»)
εμφανίζονται σήμερα διασπασμένα, σε επτά κομματικούς σχηματισμούς.
Ωστόσο, μεγαλύτερη πολιτική σημασία έχει προφανώς το γεγονός ότι το μνημόνιο
έχει διαιρέσει βαθύτατα και την ελληνική Δεξιά.
Είναι εντυπωσιακό ότι η σχέση μνημονιακών/αντιμνημονιακών δυνάμεων
στο εσωτερικό των κομματικών σχηματισμών της,
υπολογίζεται σε 55%-45%.
Κατά συνέπεια, η ενοποίηση της «κεντροδεξιάς» που επιχειρείται με άξονα τη ΝΔ
και –τουλάχιστον προς το παρόν-
υπό την αρχηγία του Α.Σαμαρά δεν είναι ιδιαίτερα πιθανή,
ενώ η επιστροφή στο μετεμφυλιακό ιδεολογικό οπλοστάσιό της
φαντάζει εντελώς αναποτελεσματική.
Η κρίση στον πόλο της Δεξιάς δεν μπορεί να επιλυθεί ούτε εύκολα ούτε άμεσα.
Η διαδικασία της θα δρομολογηθεί και αυτή
μετά τις επόμενες εκλογές.
και –τουλάχιστον προς το παρόν-
υπό την αρχηγία του Α.Σαμαρά δεν είναι ιδιαίτερα πιθανή,
ενώ η επιστροφή στο μετεμφυλιακό ιδεολογικό οπλοστάσιό της
φαντάζει εντελώς αναποτελεσματική.
Η κρίση στον πόλο της Δεξιάς δεν μπορεί να επιλυθεί ούτε εύκολα ούτε άμεσα.
Η διαδικασία της θα δρομολογηθεί και αυτή
μετά τις επόμενες εκλογές.
Η ανατροπή των σχέσεων Κέντρου-Αριστεράς
Από την άλλη πλευρά, οι πρόσφατες εκλογές, ανέτρεψαν και τη σχέση Κέντρου-Αριστεράς·
σχέση, που εγκαθιδρύθηκε στις αρχές της δεκαετίας του ’60 με την συγκρότηση της ΕΚ,
εις βάρος της ΕΔΑ και εδραιώθηκε κοινωνικά και πολιτικά στη μεταπολίτευση,
με την ανάδειξη του ΠΑΣΟΚ.
Η ιστορική κατάρρευση του ΠΑΣΟΚ που αποτέλεσε και το κύριο πολιτικό παράγωγο της Μεταπολίτευσης ανατρέπει τα δεδομένα και αποτελεί σημείο μη-επιστροφής.
Σήμερα, οι πιθανότητες επανάληψης ενός σύγχρονου πειράματος
(σοσιαλδημοκρατικής) Ένωσης Κέντρου είναι λίγες.
Λόγω της οικονομικής και κοινωνικής κρίσης μια προοπτική ανασύνθεσης του κεντρώου ή ενδιάμεσου χώρου σε συνθήκες πόλωσης
δεν φαίνεται εύκολη.
σχέση, που εγκαθιδρύθηκε στις αρχές της δεκαετίας του ’60 με την συγκρότηση της ΕΚ,
εις βάρος της ΕΔΑ και εδραιώθηκε κοινωνικά και πολιτικά στη μεταπολίτευση,
με την ανάδειξη του ΠΑΣΟΚ.
Η ιστορική κατάρρευση του ΠΑΣΟΚ που αποτέλεσε και το κύριο πολιτικό παράγωγο της Μεταπολίτευσης ανατρέπει τα δεδομένα και αποτελεί σημείο μη-επιστροφής.
Σήμερα, οι πιθανότητες επανάληψης ενός σύγχρονου πειράματος
(σοσιαλδημοκρατικής) Ένωσης Κέντρου είναι λίγες.
Λόγω της οικονομικής και κοινωνικής κρίσης μια προοπτική ανασύνθεσης του κεντρώου ή ενδιάμεσου χώρου σε συνθήκες πόλωσης
δεν φαίνεται εύκολη.
Σε αυτό το πολιτικό τοπίο, η Αριστερά με αιχμή το ΣΥΡΙΖΑ,
αναγορεύεται πλέον σε πόλο του υπό διαμόρφωση διπολισμού της πολιτικής σκηνής.
Η κρίση των παλαιών πολιτικών δυνάμεων ευνοεί για πρώτη φορά μετά τον πόλεμο,
την ανάδειξη μιας νέας αριστεράς,
με όρους αρκετά διαφορετικούς από αυτούς της μεταπολίτευσης,
αλλά και της προδικτατορικής περιόδου.
Το γεγονός αυτό σημαίνει ότι υφίστανται, για πρώτη φορά μετά από δεκαετίες,
αντικειμενικές πολιτικές δυνατότητες
για την ανάδειξη ενός νέου μαζικού κόμματος της Αριστεράς,
που ουσιαστικά θα προκύπτει από συγχώνευση και ανασύνθεση διαφορετικών ιστορικών ρευμάτων. Από αυτήν την άποψη είναι ιδιαίτερα ενδιαφέρουσα
η ιδεολογική αυτοτοποθέτηση των σημερινών ψηφοφόρων του ΣΥΡΙΖΑ (Διάγραμμα 1).
αναγορεύεται πλέον σε πόλο του υπό διαμόρφωση διπολισμού της πολιτικής σκηνής.
Η κρίση των παλαιών πολιτικών δυνάμεων ευνοεί για πρώτη φορά μετά τον πόλεμο,
την ανάδειξη μιας νέας αριστεράς,
με όρους αρκετά διαφορετικούς από αυτούς της μεταπολίτευσης,
αλλά και της προδικτατορικής περιόδου.
Το γεγονός αυτό σημαίνει ότι υφίστανται, για πρώτη φορά μετά από δεκαετίες,
αντικειμενικές πολιτικές δυνατότητες
για την ανάδειξη ενός νέου μαζικού κόμματος της Αριστεράς,
που ουσιαστικά θα προκύπτει από συγχώνευση και ανασύνθεση διαφορετικών ιστορικών ρευμάτων. Από αυτήν την άποψη είναι ιδιαίτερα ενδιαφέρουσα
η ιδεολογική αυτοτοποθέτηση των σημερινών ψηφοφόρων του ΣΥΡΙΖΑ (Διάγραμμα 1).
Η κοινωνική βάση του ΣΥΡΙΖΑ
Ο νέος ΣΥΡΙΖΑ συσπειρώνει τα πλέον δυναμικά τμήματα του εκλογικού σώματος.
Πρόκειται για το νέο κοινωνικό μπλοκ των αντιμνημονιακών δυνάμεων που διαμορφώνεται.
Η κοινωνική του επιρροή επικεντρώνεται
στον οικονομικά ενεργό πληθυσμό της χώρας και τις παραγωγικές ηλικίες.
Είναι πρώτο κόμμα στους μισθωτούς του Δημοσίου (22%) και του Ιδιωτικού (18%) Τομέα,
στους άνεργους (22%) και στη νεολαία (20%).
Αλλά και μεταξύ εκείνων μεσαίων στρωμάτων που η οικονομική κρίση υποβαθμίζει ταξικά (18%).
Πρόκειται για το νέο κοινωνικό μπλοκ των αντιμνημονιακών δυνάμεων που διαμορφώνεται.
Η κοινωνική του επιρροή επικεντρώνεται
στον οικονομικά ενεργό πληθυσμό της χώρας και τις παραγωγικές ηλικίες.
Είναι πρώτο κόμμα στους μισθωτούς του Δημοσίου (22%) και του Ιδιωτικού (18%) Τομέα,
στους άνεργους (22%) και στη νεολαία (20%).
Αλλά και μεταξύ εκείνων μεσαίων στρωμάτων που η οικονομική κρίση υποβαθμίζει ταξικά (18%).
Είναι το κόμμα των ελληνικών μητροπόλεων, συγκεντρώνοντας στην Αττική ποσοστό 21%
(έναντι 13,2% της ΝΔ και 8,9% του ΠΑΣΟΚ).
Είναι εντυπωσιακό ότι ο ΣΥΡΙΖΑ αναδείχθηκε πρώτο κόμμα
σε όλους τους δήμους του Πολεοδομικού Συγκροτήματος της Πρωτεύουσας,
με μοναδικές εξαιρέσεις τους 4 (Καλλικρατικούς) δήμους με αμιγώς αστική κοινωνική σύνθεση (Εκάλη-Κηφισιά, Φιλοθέη-Ψυχικό, Παπάγου-Χολαργός, Βάρη-Βούλα-Βουλιαγμένη – Χάρτης 1).
Η εκλογική γεωγραφία του κόμματος στο Λεκανοπέδιο
αντιστοιχεί έκδηλα στην κοινωνική διαίρεση του αθηναϊκού χώρου:
τα υψηλότερα ποσοστά του καταγράφονται στις εργατικές-λαϊκές Δυτικές περιοχές της Β’ Αθηνών και της Β΄Πειραιά, ενώ τα χαμηλότερα στις εύπορες Βορειοανατολικές και Νοτιοανατολικές περιοχές.
Γεγονός που θυμίζει εντονότερη εκλογική-κοινωνική κλιμάκωση από την αντίστοιχη του ΠΑΣΟΚ τη δεκαετία του ΄80. (Χάρτης 2 και πίνακας 1). Η ίδια γεωγραφική-κοινωνική διαίρεση καταγράφεται και στην εκλογική επιρροή του ΣΥΡΙΖΑ στο δήμο Αθηναίων.
(έναντι 13,2% της ΝΔ και 8,9% του ΠΑΣΟΚ).
Είναι εντυπωσιακό ότι ο ΣΥΡΙΖΑ αναδείχθηκε πρώτο κόμμα
σε όλους τους δήμους του Πολεοδομικού Συγκροτήματος της Πρωτεύουσας,
με μοναδικές εξαιρέσεις τους 4 (Καλλικρατικούς) δήμους με αμιγώς αστική κοινωνική σύνθεση (Εκάλη-Κηφισιά, Φιλοθέη-Ψυχικό, Παπάγου-Χολαργός, Βάρη-Βούλα-Βουλιαγμένη – Χάρτης 1).
Η εκλογική γεωγραφία του κόμματος στο Λεκανοπέδιο
αντιστοιχεί έκδηλα στην κοινωνική διαίρεση του αθηναϊκού χώρου:
τα υψηλότερα ποσοστά του καταγράφονται στις εργατικές-λαϊκές Δυτικές περιοχές της Β’ Αθηνών και της Β΄Πειραιά, ενώ τα χαμηλότερα στις εύπορες Βορειοανατολικές και Νοτιοανατολικές περιοχές.
Γεγονός που θυμίζει εντονότερη εκλογική-κοινωνική κλιμάκωση από την αντίστοιχη του ΠΑΣΟΚ τη δεκαετία του ΄80. (Χάρτης 2 και πίνακας 1). Η ίδια γεωγραφική-κοινωνική διαίρεση καταγράφεται και στην εκλογική επιρροή του ΣΥΡΙΖΑ στο δήμο Αθηναίων.
Η νέα εκλογική δυναμική
Η δυναμική που δημιούργησε το εκλογικό αποτέλεσμα
συνεχίζει να ενισχύει την τάση που ήδη καταγράφηκε (bandwagon effect).
Το εκλογικό ρεύμα που οδήγησε τον ΣΥΡΙΖΑ στο 17%
ενδέχεται να λάβει τώρα αλματώδη μορφή.
Εάν αυτό συμβεί, τότε την προσεχή εκλογική αναμέτρηση είναι πολύ πιθανόν να κερδίσει ένα νέο κόμμα της Αριστεράς, που θα εκπροσωπεί τουλάχιστον το 1/4 του εκλογικού σώματος.
Αυτό σημαίνει ότι η σημερινή κρίση εκπροσώπησης μπορεί να επιλυθεί, εκλογικά,
για πρώτη φορά προς όφελος της Αριστεράς.
Ο ΣΥΡΙΖΑ του Ιουνίου θα αποτελέσει την κυρίαρχη πολιτική αποκρυστάλλωση μιας νέας και διευρυμένης κοινωνικής συμμαχίας.
Πιθανόν να αναδειχθεί σε μαζικό κόμμα της αριστεράς
– γεγονός πανευρωπαϊκής σημασίας-
χωρίς όμως την οργάνωση που αντιστοιχεί σε αυτό.
συνεχίζει να ενισχύει την τάση που ήδη καταγράφηκε (bandwagon effect).
Το εκλογικό ρεύμα που οδήγησε τον ΣΥΡΙΖΑ στο 17%
ενδέχεται να λάβει τώρα αλματώδη μορφή.
Εάν αυτό συμβεί, τότε την προσεχή εκλογική αναμέτρηση είναι πολύ πιθανόν να κερδίσει ένα νέο κόμμα της Αριστεράς, που θα εκπροσωπεί τουλάχιστον το 1/4 του εκλογικού σώματος.
Αυτό σημαίνει ότι η σημερινή κρίση εκπροσώπησης μπορεί να επιλυθεί, εκλογικά,
για πρώτη φορά προς όφελος της Αριστεράς.
Ο ΣΥΡΙΖΑ του Ιουνίου θα αποτελέσει την κυρίαρχη πολιτική αποκρυστάλλωση μιας νέας και διευρυμένης κοινωνικής συμμαχίας.
Πιθανόν να αναδειχθεί σε μαζικό κόμμα της αριστεράς
– γεγονός πανευρωπαϊκής σημασίας-
χωρίς όμως την οργάνωση που αντιστοιχεί σε αυτό.
Η προδικτατορική κρίση εκπροσώπησης που οξύνθηκε με τη δικτατορία, επιλύθηκε στην τριετία 1974-1977 υπέρ του ΠΑΣΟΚ και εις βάρος της Αριστεράς.
Το ΠΑΣΟΚ από το 13,4% το 1974 εκτοξεύθηκε στο 25,3% το 1977.
Κατάφερε έτσι να εγγραφεί στην πολιτική σκηνή ως εναλλακτική λύση διακυβέρνησης,
υπερισχύοντας των υπολειμμάτων του προδικτατορικού κέντρου
και περιθωριοποιώντας την εξασθενημένη Αριστερά.
Η διαδικασία επίλυσης που στην μεταπολίτευση χρειάσθηκε 3 χρόνια,
σήμερα μπορεί να διαμορφωθεί σε ένα μήνα.
Το ΠΑΣΟΚ από το 13,4% το 1974 εκτοξεύθηκε στο 25,3% το 1977.
Κατάφερε έτσι να εγγραφεί στην πολιτική σκηνή ως εναλλακτική λύση διακυβέρνησης,
υπερισχύοντας των υπολειμμάτων του προδικτατορικού κέντρου
και περιθωριοποιώντας την εξασθενημένη Αριστερά.
Η διαδικασία επίλυσης που στην μεταπολίτευση χρειάσθηκε 3 χρόνια,
σήμερα μπορεί να διαμορφωθεί σε ένα μήνα.
Μετά τις εκλογές ο πολιτικός χρόνος επιταχύνθηκε.
Η δυναμική που θα αναπτυχθεί στις επόμενες 20 ημέρες ισοδυναμεί με δεκαετία.
Η επίδραση αυτού του γεγονότος στην εγχώρια, την ευρωπαϊκή και τη διεθνή πολιτική σκηνή
θα είναι καταλυτική.
Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι μια παρόμοια εξέλιξη δημιουργεί αναπόφευκτα αντισυσπείρωση.
Η «ιερά συμμαχία» κατά του ΣΥΡΙΖΑ που διαφάνηκε ήδη κατά τη διάρκεια των διερευνητικών εντολών συνιστά μια πρώτη ένδειξη.
Οι επερχόμενες εκλογές θα είναι περισσότερο πολωμένες
και πιθανότατα καμία πολιτική δύναμη δεν είναι προετοιμασμένη.
Χωρίς υπερβολή, μπροστά σε παρόμοια καθήκοντα
έχει να βρεθεί κόμμα της αριστεράς στην Ελλάδα
από την περίοδο της ΕΔΑ, ίσως και της Κατοχής.
Η δυναμική που θα αναπτυχθεί στις επόμενες 20 ημέρες ισοδυναμεί με δεκαετία.
Η επίδραση αυτού του γεγονότος στην εγχώρια, την ευρωπαϊκή και τη διεθνή πολιτική σκηνή
θα είναι καταλυτική.
Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι μια παρόμοια εξέλιξη δημιουργεί αναπόφευκτα αντισυσπείρωση.
Η «ιερά συμμαχία» κατά του ΣΥΡΙΖΑ που διαφάνηκε ήδη κατά τη διάρκεια των διερευνητικών εντολών συνιστά μια πρώτη ένδειξη.
Οι επερχόμενες εκλογές θα είναι περισσότερο πολωμένες
και πιθανότατα καμία πολιτική δύναμη δεν είναι προετοιμασμένη.
Χωρίς υπερβολή, μπροστά σε παρόμοια καθήκοντα
έχει να βρεθεί κόμμα της αριστεράς στην Ελλάδα
από την περίοδο της ΕΔΑ, ίσως και της Κατοχής.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου