Tραγούδι του 1967. Το απαγόρευσε η χούντα και με νέους στίχους το τραγούδησε η Μοσχολιού.
Το καιρό της χούντας, τα χωριά άδειασαν από νέους. Οι μισοί παίρνανε από το Πειραιά τα καράβια για Γερμανία - μέσω Πρίντεζι - και Αυστραλία. Οι άλλοι μισοί έβρισκαν ένα δωμάτιό στην Αθήνα και τη Θεσσαλονίκη και γινόντουσαν το φτηνό μεροκάματο του βιομηχάνων φίλων των συνταγματαρχών.
Η Ελληνική γή που 5000 χρόνια φύλαξε τον Ελληνισμό. Που βοήθησε φιλόσοφους και επιστήμονες να μεγαλουργήσουν, ερημώθηκε. Τα τραγούδια του Καζαντζίδη, της Μοσχολιού και άλλων καλλιτεχνών, συντρόφευαν τους Έλληνες μέχρι τα μέσα τις δεκαετίας του 70. Τότε σταμάτησε η φυγή, και άρχισε η επιστροφή από τη ξενιτειά. Η αστυφιλία συνεχίστηκε.
"Είχαμε δουλειές τότε στη χούντα", είδα γραμμένο ένα σχόλιο. Ναι ... στη Γερμανία .. στο Βέλγιο .. στην Αυστραλία. Ευτυχώς που έμειναν και τα τραγούδια να μας θυμίζουν πόσο καλά ήταν επί χούντας - ο δίσκος της Μοσχολιού για τη ξενιτειά κυκλοφόρησε το 75!!!.-
Τον έρωτά, φαρμάκωσ' η μιζέρια
κομμάτιασε, η φτώχεια την καρδιά
Δεν ήρθανε, για μας τα καλοκαίρια
και έγιν' η ζωή, τόσο βαριά
Θα κλείσω τα μάτια, θ' απλώσω τα χέρια
μακριά από τη φτώχεια, μακριά απ' τη μιζέρια
Θα πάρω τη στράτα, κι εγώ τη μεγάλη
θα κλείσω τα μάτια, και όπου με βγάλει
Που να βρεθεί, ντροπή να με κρατήσει
στη λάσπη και, στην ξύλινη σκεπή
Τη φτώχεια που, μας έχει γονατίσει
τη νιώθω μεγαλύτερη ντροπή
Θα κλείσω τα μάτια, θ' απλώσω τα χέρια
μακριά από τη φτώχεια, μακριά απ' τη μιζέρια
Θα πάρω τη στράτα, κι εγώ τη μεγάλη
θα κλείσω τα μάτια, και όπου με βγάλει.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου